Η Ιστορία της Βιολογικής Γεωργίας
Η βιολογική γεωργία, έτσι όπως την γνωρίζουμε σήμερα, είναι το αποτέλεσμα της ανάπτυξης και της σύνθεσης διαφόρων εναλλακτικών μεθόδων γεωργικής παραγωγής (διαφορετικές από τη «συμβατική γεωργία») που ξεκίνησαν στις αρχές του περασμένου αιώνα, κυρίως στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη. Μεταξύ αυτών των μεθόδων, μπορούμε να αναφέρουμε ως περισσότερο σημαντικές, την βιοδυναμική γεωργία, την οργανική γεωργία, αλλά και την βιολογική γεωργία στην πρωτόλεια μορφή της.
Σημαντικό είναι να τονίσουμε ότι, πέρα από τις μικρές διαφοροποιήσεις τους, όλες αυτές οι μέθοδοι παραγωγής θεωρούσαν ως πολύ ουσιαστικό τον δεσμό ανάμεσα στην γεωργία και την φύση καθώς και τον σεβασμό των φυσικών ισορροπιών.
Σημαντικοί σταθμοί στην εξέλιξη της βιολογικής γεωργίας, ως μιας εναλλακτικής και ορθολογικής μεθόδου γεωργικής παραγωγής, είναι επιγραμματικά οι ακόλουθοι :
- 1924 : Ο Rudolf Steiner με τις διαλέξεις του στη Γερμανία, θέτει τις βάσεις της Βιοδυναμικής Γεωργίας
- 1940 : Δημοσιεύεται στην Αγγλία η «Γεωργική Διαθήκη» του Sir Albert Howard που θέτει τις βάσεις της Οργανικής γεωργίας
- 1940 : Ανάπτυξη της βιολογικής γεωργίας στην Ελβετία από τους Hans peter Rusch και Hans Muller
- 1943: Η Lady Eve Balfour στην Αγγλία, δημοσιεύει το βιβλίο της «Το ζωντανό έδαφος» ενώ αργότερα το 1946, είναι από τους συνιδρυτές και η πρώτη Πρόεδρος του Οργανισμού Soil Association
- 1947: Ο J.I. Rodale στις ΗΠΑ, ιδρύει το ομώνυμο Ινστιτούτο με σκοπό την έρευνα για τη βιολογική γεωργία, εμπνευσμένος από τις μελέτες του Sir Albert Howard και της Lady Eve Balfour
- 1972 : Ίδρυση της IFOAM (Διεθνής Ομοσπονδία των Κινημάτων της Βιολογικής Γεωργίας)
- 1991 : Ψηφίζεται ο Κανονισμός (ΕΟΚ) 2092/91 «περί του βιολογικού τρόπου παραγωγής γεωργικών προϊόντων και των σχετικών ενδείξεων στα γεωργικά προϊόντα και στα είδη διατροφής» και ρυθμίζεται θεσμικά για πρώτη φορά σε Ευρωπαϊκό επίπεδο η βιολογική γεωργία.
- Από το 1991 το τοπίο αλλάζει για τη βιολογική γεωργία, αρχικά σε Ευρωπαϊκό επίπεδο και στη συνέχεια παγκόσμια. Η θεσμοθέτηση του κλάδου με την εισαγωγή κανόνων που αφορούσαν την παραγωγή, την εμπορία αλλά και το Σύστημα Ελέγχου, ενίσχυσε σημαντικά την εμπιστοσύνη των καταναλωτών, προφύλαξε τους παραγωγούς και δημιούργησε τις βάσεις για τη ραγδαία, όπως εξελίχθηκε, ανάπτυξη της Αγοράς των Βιολογικών Προϊόντων.
- 1999: Επέκταση του αρχικού Κανονισμού και στα ζωικά προϊόντα (Κανονισμός ΕΚ 1804/1999).
- 2004: Δημοσίευση του «Ευρωπαϊκού Σχεδίου Δράσης για τη Βιολογική Γεωργία». Πρόκειται για σημείο σταθμό καθώς η Βιολογική Γεωργία υποστηρίχθηκε πλήρως και σε πολιτικό επίπεδο ενώ παράλληλα ξεκίνησαν δράσεις για την ανάδειξη της διατροφικής αξίας των βιολογικών προϊόντων και τη κοινωνικής και περιβαλλοντικής συνεισφοράς της βιολογικής γεωργίας.
- 2009: Αντικατάσταση του αρχικού Κανονισμού 2092/1991 με τους νέους Κανονισμούς 834/2007 &889/2008
- 2009: Επέκταση των Κανονισμών και στα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας με τον Κανονισμό 710/2009(προϊόντα ιχθυοκαλλιέργειας και φύκια)
- 2010: Δημοσίευση του Νέου Λογοτύπου της ΕΕ για τα Βιολογικά Προϊόντα.
Ειδικότερα μετά το 2000, πολλές Χώρες ανά τον Κόσμο προέβησαν στην υιοθέτηση κανόνων παραγωγής, εμπορίας και ελέγχου των βιολογικών προϊόντων, μεταξύ αυτών οι ΗΠΑ, Ιαπωνία, Καναδάς, Αυστραλία, Νότια Κορέα, κ.α.
Σήμερα η Παγκόσμια Αγορά των Βιολογικών Προϊόντων αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό μέρος της Αγοράς των τροφίμων με τζίρο που ξεπέρασε τα 46 δις δολάρια το 2007. Η Ευρώπη εμφανίζεται ως η πιο ισχυρή αγορά αντιπροσωπεύοντας το 54% του συνολικού τζίρου και σε απόλυτους αριθμούς, τα 25 δις δολάρια. Η συνολικά καλλιεργούμενη έκταση ξεπερνά τα 322 εκατομμύρια στρέμματα ενώ οι ενταγμένοι παραγωγοί ξεπερνούν τα 1,2 εκατομμύρια (Πηγή: World of Organic Agriculture, IFOAM 2009).
Στην Ελλάδα αντίστοιχα, η συνολικά καλλιεργούμενη έκταση ξεπέρασε το 1,5 εκ. στρέμματα το 2007 (χωρίς να προσμετρούνται οι ενταγμένοι βοσκότοποι) και οι βιοκαλλιεργητές τους 24.000. Η ελιά καταλαμβάνει το 34% των βιολογικών καλλιεργειών (συνολικά 519.227 στρ.) και με δεύτερη καλλιέργεια τα σιτηρά σε ποσοστό 26% (συνολικά 400.208 στρ.)
(Πηγή: ΥΠΑΑ&Τ, 2009).